21 Δεκ 2008

Γιατί η δημοκρατία είναι βάρβαρη ή δεν είναι καθόλου..

Αναδημοσιεύω ένα άρθρο του Κωνσταντίνου Τσαλακού από την ιστοσελίδα της "Τηλεόρασης Χωρίς Σύνορα", το οποίο βρίσκω εξαιρετικό.

http://www.tvxs.gr/v1884

Καλή ανάγνωση.


Γιατί η δημοκρατία ή είναι βάρβαρη ή δεν είναι καθόλου…

Τις τελευταίες μέρες κυκλοφορεί σε διάφορες ιστοσελίδες, blogs, mail και εφημερίδες το κάτωθι ιδιαίτερα προκλητικό απόσπασμα το οποίο αποδίδεται στο Ισοκράτη :

«Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία».

Κατά την εκτίμηση σχεδόν όλων των πολιτικών φιλοσόφων από τον Πλάτωνα μέχρι τον Jean Bodin, η δημοκρατία χαρακτηρίζεται είτε ως το χειρότερο όλων των πολιτευμάτων, με την εξαίρεση της τυραννίας, ή το λιγότερο προβληματικό από τα χειρότερα. Θυμίζω ότι η κλασσική ελληνική φιλοσοφία προβαίνει σε μια κατάταξη των πολιτευμάτων σε καλά ή καλώς οργανωμένα (μοναρχία, αριστοκρατία και μικτό πολίτευμα) και κακά ή διεφθαρμένα (τυραννία, ολιγαρχία και δημοκρατία). Ο διαχωρισμός ανάμεσα στα καλά και τα κακά πολιτεύματα γίνεται με βάση το κριτήριο αν οι κυβερνώντες δρουν με βάση το κοινό ή το προσωπικό τους συμφέρον. Η λανθάνουσα προϋποτιθέμενη θέση του παραπάνω σχήματος είναι ότι η πολιτική γεννιέται-συμβαίνει μόνο εντός μιας καθορισμένης φόρμας και ότι η λειτουργία της εκάστοτε φόρμας (είτε λέγεται νόμος είτε πολίτευμα) έγκειται ακριβώς στο να καθορίζει μια τάξη, να οριοθετεί και να κατευθύνει την πολιτική δράση έτσι ώστε να ικανοποιηθούν οι συγκεκριμένοι «στόχοι» του κάθε πολιτεύματος. Η κατηγορία που αποδίδεται από αυτούς τους στοχαστές εναντίον της δημοκρατίας είναι σχεδόν πανομοιότυπη με αυτήν που αποδίδεται στον Ισοκράτη: Η δημοκρατία είναι εκ φύσεως επιρρεπής στην ακραία ανυπακοή και την ανομία. «Το κακό που γεννιέται από αυτήν και που είναι αδιαχώριστο από αυτήν είναι η βάρβαρη εξουσία της βίας» γράφει ο Πολύβιος (Πολύβιος, Ιστορίες, 6.10.4-5). Στο ίδιο μήκος κύματος και πολλά χρόνια νωρίτερα ο Αριστοτέλης αναγνώριζε στην ομόνοια και την αρμονία της πολιτικής ζωής τα σημάδια της υγείας του πολιτικού σώματος και απέδιδε στην λεγόμενη μεσαία τάξη την αποστολή της μετριοπάθειας ως βάση μιας καλής διακυβέρνησης. Η καλή πολιτεία είναι αυτή στην οποία η κυβέρνηση είναι ηθική και καλή και η κυβέρνηση είναι ηθική και καλή όταν είναι μετριοπαθής, όταν θέτει και μένει εντός ορισμένων ορίων, όταν αποκτά σταθερότητα και όταν ο κάθε πολίτης αναλαμβάνει να εκπληρώσει το χρέος του, το οποίο συνίσταται στην ζωή σύμφωνα με τη φύση και άρα συμφώνα με το μέτρο, αφού το μέτρο είναι το βασικό χαρακτηριστικό της φύσης. Στο μοντέλο αυτό όπου η κοινωνία φαντάζει ως μια φυσική τάξη, ως ένα σώμα με κεφαλή την διοίκηση του οποίου κάθε μέλος-όργανο έχει συγκεκριμένη λειτουργία και σκοπό, κάθε διαταραχή, κάθε πολιτική αναταραχή και κάθε παραφωνία γίνεται αντιληπτή ως σημάδι διαφθοράς και παρακμής της κοινωνίας και της γαλήνης. Πως άλλωστε θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μια ασυμφωνία ανάμεσα σε όργανα του ιδίου σώματος αφού η καλή λειτουργία του όλου τίθεται ως αδιαπραγμάτευτη αρχή κάθε πολιτικής πράξης.

Η εντύπωση που γεννιέται από όλες αυτές τις αναλύσεις είναι ότι υπάρχει μια φυσική ασυμβατότητα ανάμεσα στην δημοκρατία, η οποία χαρακτηρίζεται από μια γενικευμένη τάση υπερβολής, υπέρβασης των ορίων και αμετροέπειας και το καλό πολίτευμα με την έννοια της καλά οργανωμένης και λειτουργικής μετριοπαθούς τάξης. Το μείζον πολιτικό πρόβλημα έτσι όπως υπογραμμίζεται σε αυτές τις αναλύσεις είναι το πώς θα υπάρξει ένα μέτρο σε αυτήν την ανεξέλεγκτη και άμετρη δύναμη που λέγεται «δήμος». Και οι επιλογές που προτείνονται είναι είτε ο πλήρης αποκλεισμός του δήμου, δηλαδή του λαού, από το ζήτημα της εξουσίας, είτε η περιορισμένη συμμετοχή του μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες οι οποίες θα εξημερώσουν αυτήν την τάση υπερβολής του λαού, προσφέροντας τους ένα συμμετοχικό υποκατάστατο για την επίτευξη της κοινωνικής γαλήνης.

Είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η άποψη είναι κυρίαρχη σήμερα. Από τους σοφούς των τηλεπαραθύρων μέχρι τους γραβατωμένους κυβερνητικούς όλοι υποστηρίζουν ότι πρέπει επιτέλους να μπει ένα μέτρο στην λαϊκή αντίδραση και να επιστρέψουμε στην ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Μιλούν για εχθρούς της δημοκρατίας, για χάος, για αναρχία και υπερβολές και την ανάγκη τάξης και κοινωνικής ηρεμίας. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν είναι ότι η δημοκρατία ή είναι βάρβαρη ή δεν είναι καθόλου… (Abensour Μ, Démocratie sauvage et principe d’anarchie, στο Démocratie contre l’Etat, Paris, Félin, 2004, σελίδες 161-190). Είναι βάρβαρη στις διεκδικήσεις της, είναι βάρβαρη απέναντι σε αυτούς που προσποιούνται ότι τα αξιώματα τους ανήκουν, είναι βάρβαρη γιατί δεν δέχεται καμιά τάξη και καμιά ιεραρχία ως φυσική. Είναι βάρβαρη γιατί δεν μπορεί να αφομοιωθεί ούτε να ταυτιστεί με τις επιταγές της θεσμικής οργάνωσης και της παραγωγής κρατικής εξουσίας. Είναι βάρβαρη γιατί προϋποθέτει την ελευθερία και η ελευθερία δεν μπορεί να περιοριστεί ούτε στο δικαίωμα μη-παρέμβασης ούτε στο δικαίωμα περιορισμένης συμμετοχής αλλά είναι πρώτιστα δικαίωμα πάλης, αέναης πάλης απέναντι στην καταπίεση, μιας πάλης η οποία αφήνει ανοικτό το ζήτημα της τάξης… Η δημοκρατία είναι βάρβαρη γιατί βασίζεται στην ιδέα της πρακτικής και συνειδητής αποδιοργάνωσης όλων εκείνων των σχέσεων εξουσίας που εμφανίζονται να έχουν μια αδιαμφισβήτητη νομιμοποίηση. Η δημοκρατία είναι βάρβαρη γιατί προϋποθέτει ισότητα, όχι μόνο ευκαιριών αλλά αποτελεσμάτων και συγκεκριμένων πρακτικών συνθηκών.

Όλοι αυτοί που κάνουν εκκλήσεις στην δημοκρατία πρέπει να καταλάβουν ότι η δημοκρατία δεν έχει όρια. Δεν μπορούμε να πούμε θέλουμε ολίγον δημοκρατία… ή ολίγον συνερχεσθαι και ολίγον συνεταιρίζεσθαι… Η δημοκρατία είναι βάρβαρη, είναι εξεγερτική. Δεν υπάρχουν όρια στις διεκδικήσεις… Η δημοκρατία βασίζεται σε μια συνεχή παραβίαση της καθεστηκυίας τάξης, σε μια συνεχή από-νομιμοποίηση που γεννά διαδικασίες επαναδιαπραγμάτευσης και επαναπροσδιορισμού αυτού που προσποιείται ότι ενσαρκώνει το κοινό καλό, την ομοιομορφία και την δεδομένη τάξη. Είναι άνοιγμα σε αυτό που δεν είναι ακόμη και αυτό που δεν είναι προϋποθέτει ρήξη με αυτό που είναι.

Αν θέλουμε με κάποιο τρόπο να διατηρήσουμε τον όρο δημοκρατία στο λεξιλόγιο μας, σήμερα που η έννοια της φαίνεται αδιαχώριστή από αυτήν του κατασταλτικού κράτους και ενός καπιταλιστικού συστήματος που δεν υπολογίζει τίποτα στο πέρασμα του, θα πρέπει να την αποσυνδέσουμε από την έννοια της καλά οργανωμένης τάξης καθώς και από την ίδια την έννοια του κράτους. Η δημοκρατία δεν είναι μια τάξη, δεν είναι ένα σύνολο νόμων ούτε ένα σύνολο θεσμών. Είναι μια διαδικασία που δεν μπορεί να αποκρυσταλλωθεί πουθενά γιατί στο πιο βαθύ νόημά της αντιστέκεται σε κάθε διαχωρισμό ανάμεσα σε καταπιεστή και καταπιεζόμενο. Για αυτό είναι υπερβολική και γι αυτό είναι βάρβαρη …και έτσι πρέπει να είναι…

Αν σήμερα κάποιοι βιώνουν μια παρακμή της δημοκρατίας και βλέπουν στις συλλογικές διαδικασίες και τις κινητοποιήσεις των τελευταίων ημερών μια παραφθορά της λειτουργίας της δυστυχώς είναι βαθιά νυχτωμένοι. Και επειδή φαίνεται ότι η ενημέρωση και επιχειρηματολογία στις μέρες μας βασίζεται σε τσιτάτα και όμορφες ατάκες, η απάντηση στον Ισοκράτη έρχεται από τον Μακιαβέλι ο οποίος αναφερόμενος στο μεγαλείο της δημοκρατίας της Ρώμης λέει τα εξής:

«Πρέπει να πω ότι όλοι αυτοί που καταδικάζουν τις ταραχές ανάμεσα στους ευγενείς και στον λαό καταδικάζουν την βασική αιτία της ρωμαϊκής ελευθερίας και δίνουν περισσότερη έμφαση στις κραυγές και τους θορύβους που γεννιούνται από τέτοιες ταραχές και όχι στα καλά αποτελέσματα που παράγουν. Ούτε υπολογίζουν το γεγονός ότι σε κάθε πολιτεία υπάρχουν δυο αντιμαχόμενες τάσεις και ότι όλοι οι νόμοι που πέρασαν υπέρ της ελευθερίας γεννήθηκαν από την αντιπαράθεση μεταξύ των δύο… » (Διατριβές, Ι, 4)

Και συνεχίζει ο Μακιαβέλι αναγκάζοντας τον αναγνώστη του να εγκαταλείψει την θέση του αντικειμενικού παρατηρητή που διαπιστώνει την ισοδυναμία των δύο τάσεων και να πάρει το μέρος του λαού… γιατί φυσικά οι δύο τάσεις δεν είναι ισοδύναμες:
« Και ας υποθέσουμε ότι για κάποιον όλα αυτά ήταν υπερβολικά, σχεδόν βάρβαρα … απαντώ ότι σε κάθε πόλη πρέπει να υπάρχουν οι μέθοδοι που θα επιτρέπουν στον λαό να εκφραστεί… και η πόλη της Ρώμης είχε τέτοιες μεθόδους, έτσι ώστε όταν ο λαός ήθελε ένα νέο νόμο είτε έκανε κάτι από αυτά που προανέφερα (ταραχές, διαδηλώσεις, κλπ) είτε αρνούνταν να καταταγεί στον στρατό… Οι επιθυμίες του λαού είναι σπάνια επιβλαβείς για την ελευθερία γιατί γεννώνται από την καταπίεση ή από την υποψία της καταπίεσης…» (Διατριβές, Ι, 4)

Και η βαρβαρότητα του λαού δικαιολογείται από την βαρβαρότητα της «Μεγάλων»:

«Ψάχνοντας τις αιτίες, δικαιούμαι να πω, παίρνοντας το μέρος των Ρωμαίων, ότι η φύλαξη της ελευθερίας πρέπει να δοθεί σε αυτούς που έχουν την μικρότερη όρεξη να την υφαρπάξουν. Χωρίς αμφιβολία, αν εξετάσουμε τους στόχους των ευγενών και αυτούς του απλού λαού, θα δούμε στους πρώτους μια σκληρή επιθυμία να καταπιέζουν και στον δεύτερο μόνο την επιθυμία να μην καταπιέζεται, και κατά συνέπεια μια πολύ πιο δυνατή βούληση να ζήσει σε ελευθερία…» (Διατριβές, Ι, 5)

Ή ακόμη:

«Γιατί σε κάθε πόλη υπάρχουν αυτές οι δύο διαφορετικές τάσεις και απ’αυτό προκύπτει ότι ο λαός δεν αρέσκεται να κυβερνάται ούτε να καταπιέζεται από τους ευγενείς, ενώ οι ευγενείς επιθυμούν να κυβερνούν και να καταπιέζουν τον λαό … γιατί ο σκοπός του λαού είναι πολύ πιο έντιμος από εκείνον των ευγενών, αφού εκείνοι θέλουν να καταπιέζουν ενώ ο λαός δεν θέλει να είναι καταπιεσμένος» (ο Ηγεμόνας, Θ’)

Είναι η αντιπαράθεση του λαού και της επιθυμίας του να μην καταπιέζεται απέναντι στην επιθυμία κυριαρχίας των «Μεγάλων», που γεννά την ελευθερία. Η πολιτική του λαού στην Ρώμη βασίζεται σε μια συνεχή παραβίαση της θεσμικής τάξης που τον καταπιέζει, σε μια επαναλαμβανόμενη αταξία. Και η ίδια η ελευθερία παρουσιάζει σαν βασικό της χαρακτηριστικό την παραβίαση της τάξης. Είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό του λαού και της λαϊκής συμμετοχής: Άπαξ και αποκτήσει θεσμικό υπόβαθρο, ο λαός δεν σταματά, συνεχίζει να φωνάζει, να διαμαρτύρεται και διεκδικεί πάντα περισσότερο από αυτό που του δίνουν. Και ακριβώς αυτό το υπερβάλλον του λαού, αυτή η δύναμη της άρνησης της καταπίεσης και η αναγνώριση της πολιτικής του σημασίας που αποτελεί το βασικό λόγο του μεγαλείου της Ρώμης για τον Μακιαβέλι.
Στην πολυπόθητη ευταξία που αυτές τις μέρες αποτελεί το βασικό διακύβευμα των πολιτικών συζητήσεων και τηλεοπτικών πάνελ ο Μακιαβέλι απαντά χωρίς δισταγμό: « Όλοι οι νόμοι υπέρ της ελευθερίας γεννήθηκαν από τις ταραχές ανάμεσα στον λαό και στους ευγενείς». Και δεν είναι η μετριοπάθεια ή ο διακανονισμός συμφερόντων που έκανε την Ρώμη μεγάλη, αφού οι δύο τάσεις δεν έχουν την ίδια πολιτική σημασία. Είναι οι ταραχές που δημιουργούσε συνεχώς ο λαός, ως φορέας αρνητικότητας απέναντι στους ευγενείς και την σύγκλητο, απέναντι στην καταπίεση και την βάρβαρη επιθυμία των Μεγάλων.

Ο Μακιαβέλι λοιπόν δεν αφήνει καμία αμφιβολία. Η τάξη δεν εγκαθίσταται σε αντιδιαστολή με την αταξία, την αναρχία ή την πολιτική αναταραχή. Είναι στην πραγματικότητα αδιαχώριστη από μια επαναλαμβανόμενη αταξία, μια συνεχή αναταραχή, μια δημόσια διεκδίκηση που δεν σταματά πουθενά και επιδιώκει την ανακατάληψη του δημόσιου χώρου από τους αποκλεισμένους κάθε λογής. Η κοινωνική ομόνοια, η πολιτική ομοθυμία και η εύρυθμη λειτουργία του πολιτικού συστήματος που επιτυγχάνεται μέσα από την μετριοπάθεια, την επιβολή ορίων και προϋποθέσεων, ορισμών και ορισμένων, μέσα από την αντικειμενικοποίηση των αποκλεισμών και των αποκλεισμένων είναι ένας ιστός, κάτω από το πέπλο του οποίου η καταπίεση των «Μεγάλων» επιδιώκει να αφοπλίσει τις διεκδικήσεις και τις ταραχές που την αντιπαρέρχονται και την θέτουν σε κίνδυνο.

Για αυτό λοιπόν η δημοκρατία ή είναι βάρβαρη ή δεν είναι καθόλου… Για αυτό και σήμερα δεν βιώνουμε μια κατάσταση γενικευμένης ανομίας όπως πολλοί θέλουν να βλέπουν αλλά μια προσπάθεια ανακατάληψης του δημόσιου χώρου από τους αποκλεισμένους του αύριο, την γενιά των 700, των 600 και ούτω καθεξής. Μια προσπάθεια με τις αντιφάσεις της, τα αδιέξοδα της και τους προβληματισμούς της. Μιας εξέγερσης που γεννήθηκε αυθόρμητα και με τρόπο σχεδόν άν-αρχο, πέρα και πάνω από κάθε αρχή (με την διπλή έννοια της λέξης «αρχή» ως εξουσία και ως απαρχή-θεμέλιο). Αν λοιπόν για την σημερινή κυβέρνηση το πολιτικό διακύβευμα είναι το πώς η πολιτική πράξη του λαού θα μείνει εντός των προδιαγεγραμμένων από την θεωρία ορίων, το πώς θα βάλουμε μια τάξη στην υπερβολή του που δεν σταματάει πουθενά, για τον Μακιαβέλι είναι αυτή ακριβώς η δύναμη της αποδιοργάνωσης των κατεστημένων σχέσεων εξουσίας, της υπερβολής της διεκδίκησης που επιβεβαιώνει ότι η πολιτική πράξη του λαού είναι, και καλώς είναι, πάντοτε βάρβαρη, υπερβάλλουσα και φορέας αλλαγής… Γιατί εν τέλει ο φόβος της υπερβολής είναι ο φόβος που γεννάται από την ανατρεπτική δύναμη των μαζών…

Δημοσίευση από: Κωνσταντίνος Τσαλακός

Δεν υπάρχουν σχόλια: